4 Αυγ 2016

Αποσταθεροποιητικός κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα το υψηλό επίπεδο των προβληματικών δανείων

Αποσταθεροποιητικός κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα το υψηλό επίπεδο των προβληματικών δανείων - Δύσκολο να επιτύχει η Ελλάδα πλεόνασμα άνω του 3,5% μετά το 2018 και για 10 χρόνια

Μικρές πιθανότητες να επιτύχει η Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και για τα επόμενα 10 χρόνια με βιώσιμο τρόπο, δίνει το στέλεχος της Moody’s και υπεύθυνος για τις ελληνικές τράπεζες, Νώντας Νικολαΐδης, με συνέντευξή του στο bankingnews.gr.

Εκτιμά δε ότι η ανάπτυξη θα διατηρηθεί χαμηλότερα από το 2,7% που προβλέπει το ελληνικό πρόγραμμα, ενώ ιδιαίτερη αναφορά κάνει στις πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις οι οποίες θα συμβάλλουν αρνητικά στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.

Για το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, ο κ. Νικολαΐδης εκφράζει ανησυχίες αναφορικά με την ποιότητα των κεφαλαίων, “δεδομένου ότι στους υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας (CET1 ratios) που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο, είχαν περιληφθεί και σημαντικές προβλέψεις για τον αναβαλλόμενο φόρο (deferred tax asset, DTAs), οι οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου (deferred tax credits, DTCs), καθώς και τα μετατρέψιμα ομόλογα (CoCos) και οι προνομιούχες μετοχές, που κάποια στιγμή στο μέλλον θα πρέπει να αποπληρωθούν.”

Ενθαρρυντικό ωστόσο στοιχείο θα είναι, σύμφωνα με τον αναλυτή της Moody’s, το γεγονός πως οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα θα εμφανίσουν περιθώρια κέρδους το 2016.
“Εάν αυτό συμβεί, τότε θα είναι πιθανή η αναστροφή της τάσης «κατανάλωσης κεφαλαίου», στην οποία έχουν επιδοθεί τα τελευταία χρόνια”, επισημαίνει.
"Το υψηλό επίπεδο των προβληματικών δανείων συνιστούν σημαντικό αποσταθεροποιητικό κίνδυνο για το τραπεζικό σύστημα και μια τεράστια πρόκληση για τις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να βελτιωθεί το πιστωτικό προφίλ τους", σημειώνει.
Όσο για ενδεχόμενη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, ο κ. Νικολαΐδης εξηγεί πως αυτό θα συμβεί, μεταξύ άλλων, και αν αυξηθεί ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αν η Ελλάδα επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα.
Περιθώρια υποβάθμισης θα υπάρξουν εάν αποτύχει η εφαρμογή της τρίτης δέσμης των μέτρων και αν η ελληνική κυβέρνηση δεν καταφέρει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πιστωτών.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Νώντα Νικολαΐδη στο bankingnews.gr:


Απειλείται η Ελλάδα με νέα υποβάθμιση στο εγγύς μέλλον; Ή έχετε θετικές ενδείξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μία αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας;
Η Ελλάδα ολοκλήρωσε με επιτυχία την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος διάσωσης τον Ιούνιο.
Η ολοκλήρωση αυτή σταθεροποιεί τις πιστωτικές συνθήκες στη χώρα και υποστηρίζει την τρέχουσα αξιολόγηση της Moody’s στο Caa3, με σταθερή προοπτική (σ.σ. πρόκειται για αξιολόγηση που παραπέμπει σε κράτος που βρίσκεται ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία).
Τούτων δοθέντων, η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές οικονομικές και δημοσιονομικές προκλήσεις.
Οι κίνδυνοι υλοποίησης που συνδέονται με το πακέτο διάσωσης παραμένουν επίσης αυξημένοι, δεδομένης της ισχνής πλειοψηφίας της κυβέρνησης στο κοινοβούλιο και των αδύναμων επιδόσεων και ικανότητας της δημόσιας διοίκησης να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις.
H σταθερή προοπτική για το αξιόχρεο της Ελλάδας στο Caa3 αντικατοπτρίζει την άποψή μας ότι οι οικονομικοί, χρηματοοικονομικοί και πολιτικοί κίνδυνοι είναι ισορροπημένοι.
Οι ανοδικές πιέσεις στην αξιολόγηση θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στις περιπτώσεις:
Πρώτον, της αύξησης του ρυθμού της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Δεύτερον, της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία θα υποστηρίξουν τη μείωση των επιπέδων του χρέους.
Τρίτον, της μεγαλύτερης βεβαιότητας και ορατότητας στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Οι πιέσεις για υποβάθμιση στην αξιολόγηση θα μπορούσαν να ασκηθούν εφόσον αποτύχει η εφαρμογή της τρίτης δέσμης των μέτρων.
Δηλαδή, εάν η οικονομική ανάκαμψη είναι ουσιαστικά χαμηλότερη από την αναμενόμενη, αν η κυβέρνηση συνασπισμού αποδειχθεί αναποτελεσματική στο να επιτύχει μία συμφωνία για το πώς θα ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πιστωτών ή αν προκύψει ότι οι ευρύτερες πολιτικές ή κοινωνικές εντάσεις υπονομεύουν τη λαϊκή ή τη νομοθετική υποστήριξη για το τρίτο πρόγραμμα.

Οι δανειστές θα επανέλθουν στη συζήτηση για το ελληνικό χρέος το 2018 και εφόσον υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις.
Σας προβληματίζει αυτή η καθυστέρηση;
Ο προϋπολογισμός του 2016 που εγκρίθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 0,53% του ΑΕΠ, το οποίο είναι σύμφωνο με τους στόχους του προγράμματος.
Το πρόγραμμα προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα 0,5%του ΑΕΠ το 2016 και 1,75% το 2017, τα οποία κατά την άποψή μας είναι εφικτά, δεδομένων των προβλέψεών μας για ανάπτυξη.
Από το 2018 και για 10 χρόνια μετά ο στόχος είναι πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, κατά την άποψή μας, υπάρχει μικρή πιθανότητα η κυβέρνηση να είναι σε θέση να διατηρήσει αυτά τα επίπεδα πρωτογενούς πλεονάσματος με βιώσιμο τρόπο.
Αυτό συμβαίνει επειδή περιμένουμε η μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη να παραμείνει κάτω από τον μέσο όρο του 2,7% που προβλέπει το πρόγραμμα και οι πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις που συνδέονται με την συνεχιζόμενη δημοσιονομική λιτότητα να συνεχίσουν να συμβάλλουν στις προκλήσεις της εφαρμογής του προγράμματος.
Αναμένουμε πως μια λεπτομερής συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους να αρχίσει αφότου η Ελλάδα εξέλθει από το τρέχον πρόγραμμα.
Ωστόσο, η μορφή που θα πάρει η ελάφρυνση του χρέους και πόσο εκτεταμένη θα είναι τελικά παραμένει ασαφές.

Πότε θα μπορέσει η Ελλάδα να βγει στις αγορές;
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις βάσει των κριτηρίων της Moody’s;
Ως οίκος αξιολόγησης εστιάζουμε στην αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου για το ελληνικό δημόσιο και τους εκδότες ομολόγων.

Ποια είναι η άποψή σας για τα ελληνικά NPL και NPE;
Πρέπει να πουλήσουν μαζικά NPL οι ελληνικές τράπεζες;
Το υψηλό επίπεδο των προβληματικών δανείων συνιστούν σημαντικό αποσταθεροποιητικό κίνδυνο για το τραπεζικό σύστημα και μια τεράστια πρόκληση για τις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να βελτιωθεί το πιστωτικό προφίλ τους.
Είναι στην πραγματικότητα ένας από τους κύριους παράγοντες που περιορίζουν τις αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών και την πιστοληπτική ικανότητα.
Είναι ύψιστης σημασίας για τις τράπεζες να μειώσουν το επίπεδο των ΝΡΕ (non performing exposures, μη εξυπηρετούμενη έκθεση), προκειμένου να ξεκλειδώσουν κεφάλαια και να αυξήσουν την ικανότητά τους να παρέχουν νέα δάνεια στην πραγματική οικονομία, η οποία με τη σειρά της θα βοηθήσει επίσης να δοθεί το έναυσμα για την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα μετά από χρόνια ύφεσης.
Πιστεύουμε ότι οι στόχοι που έχουν τεθεί από τις τράπεζες και την Τράπεζα της Ελλάδος να μειώσουν το απόθεμα των ΝΡΕs κατά 30% -40% μέχρι το τέλος του 2019, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση που θα επιτρέψει στις τράπεζες να αφιερώσουν πόρους και να επικεντρωθούν σε αυτό έργο.
Η λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα επιτευχθεί με έναν συνδυασμό δράσεων, μεταξύ των οποίων:
1) Αναδιάρθρωση των ΝΡΕ σε βιώσιμους δανειολήπτες που θα είναι σε θέση να αποπληρώσουν με τη σταδιακή ανάκαμψη του πιστωτικού κύκλου.
2) Διαγραφές που θα περιλαμβάνουν μη βιώσιμους δανειολήπτες με αδύναμα collateral, για τους οποίους οι τράπεζες έχουν ήδη υιοθετήσει σημαντικές διατάξεις και δεν υπάρχει η ελάχιστη δυνατότητα για ανάκαμψη.
3) Μεταφορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ξένες εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, όπως η KKR.
4) Πώληση των ΝΡΕ σε ενδιαφερόμενους αγοραστές, αν και δεν έχουμε δει τυχόν τέτοιες συναλλαγές μέχρι στιγμής.
Ο συνδυασμός αυτών δράσεων είναι η πιο πιθανή πορεία προς τα εμπρός για τις ελληνικές τράπεζες, για τις οποίες θα είναι ιδιαίτερα μεγάλη πρόκληση να μειώσουν μειωθεί το απόθεμα των ΝΡΕ από τα 116 δισ. ευρώ (Μάρτιος 2016) σε περίπου 70 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019.
Αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και από το πως η οικονομική ανάπτυξη θα επανεκκινηθεί.

Πιστεύετε ότι πρέπει να περιμένουμε μία νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών;
Tα αποτελέσματα των stress tests των ελληνικών τραπεζών, που ανακοινώθηκαν τον περασμένο Σεπτέμβριο και στα οποία συμπεριλήφθηκε και ένα αρνητικό σενάριο (οικονομικού σοκ) ως τα τέλη του 2017, προκειμένου να καθοριστούν τα επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων, κατόρθωσαν να περιορίσουν τις άμεσες ανησυχίες σε επίπεδο κεφαλαίων.
Ωστόσο, παραμένουν οι ανησυχίες αναφορικά με την ποιότητα των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών, δεδομένου ότι στους υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας (CET1 ratios) που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο, είχαν περιληφθεί και σημαντικές προβλέψεις για τον αναβαλλόμενο φόρο (deferred tax asset, DTAs), οι οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου (deferred tax credits, DTCs), καθώς και τα μετατρέψιμα ομόλογα (CoCos) και οι προνομιούχες μετοχές, που κάποια στιγμή στο μέλλον θα πρέπει να αποπληρωθούν.
Εάν εξαιρεθούν αυτά τα χαμηλότερης ποιότητας συστατικά της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών - τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις ανέρχονται σε ποσοστό άνω του 70% της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών - τότε προκύπτει πως οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών (CET1 ratios) δεν είναι τόσο υψηλοί, όσο ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο, ήτοι στα επίπεδα του 16,9% κατά μέσο όρο.
Ο βασικός λόγος που «κρύβεται» πίσω από τις ανησυχίες μας, αναφορικά με τα DTCs, είναι η αδύναμη πιστοληπτική ικανότητα της κυβέρνησης (Caa3, σταθερό outlook), γεγονός το οποίο μειώνει την ικανότητά της να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις αυτές εγκαίρως.
Για την ώρα, οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές θα συνεχίσουν να αναγνωρίζουν τα DTCs στα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών, ωστόσο δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα πως αυτό θα συνεχιστεί και στο μέλλον, στην περίπτωση μάλιστα που βελτιωθεί η ικανότητα των τραπεζών να ισχυροποιήσουν την κεφαλαιακή τους βάση.
Επιπροσθέτως, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός πως οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα θα εμφανίσουν περιθώρια κέρδους το 2016.
Εάν αυτό συμβεί, τότε θα είναι πιθανή η αναστροφή της τάσης «κατανάλωσης κεφαλαίου», στην οποία έχουν επιδοθεί τα τελευταία χρόνια.
Η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών θα ενισχύσει σταδιακά και τους δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας, ενώ θα μειώσει αυτόματα και την εξάρτησή τους από τα χαμηλότερης ποιότητας κεφάλαια.

Μπορεί η τραπεζική κρίση στην Ιταλία να τινάξει στον αέρα την Ευρωζώνη; Και θεωρείτε ότι θα μπορούσε να προκαλέσει ένα ντόμινο που θα επηρεάσει και τις ελληνικές τράπεζες;
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ιταλικό τραπεζικό σύστημα είναι σε μεγάλο βαθμό εγχώρια.
Υπολογίζεται ότι 360 δισεκατομμύρια ευρώ κόκκινων δανείων βαραίνουν το ιταλικό τραπεζικό σύστημα.
Μέχρι στιγμής, η ιταλική κυβέρνηση έχει λάβει διάφορα μέτρα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, με στόχο να επιτραπεί στις τράπεζες να απαλλαγούν από τις επισφάλειες και να βελτιώσουν τις ανακτήσεις.
Το Atlante, που δημιουργήθηκεγια να βοηθήσει τις ασθενέστερες ιταλικές τράπεζες, έχει τώρα λιγότερα από 2 δισ. πόρους, και ένα θεσμικό πλαίσιο bad banks, σύμφωνα με το οποίο οι τράπεζες μπορούν να πωλούν τα προβληματικά δάνειά τους σε ένα εργαλείο ειδικού σκοπού που χρηματοδοτείται από τιτλοποιήσεις.
Ανεξάρτητα από τα πλεονεκτήματα αυτών των μέτρων, δεν ήταν αρκετά μέχρι στιγμής για να μειώσουν σημαντικά το μεγάλο απόθεμα των προβληματικών δανείων.
Εκτός από τη Monte dei Paschi di Sienna, τα αποτελέσματα των πρόσφατων stress tests για τις ιταλικές τράπεζες ήταν στην πραγματικότητα σε γενικές γραμμές στον μέσο όρο της Ε.Ε., χάρη στα ανθεκτικά καθαρά έσοδα από τόκους που αντιστάθμισαν το υψηλό κόστος πίστωσης.

Διαβάστε τη συνέντευξη του Νώντα Νικολαΐδη στα αγγλικά:

- Is Greece threatened with new downgrading in the near future? Or do you have positive economic indications that could lead to a rating upgrade?
Greece successfully concluded the first review of its third bailout programme in June, which has stabilized credit conditions in the country and supports our stable outlook on Greece's Caa3 rating. That said, the country continues to face considerable economic and fiscal challenges. The implementation risks associated with the bailout package also remain elevated, given the government's slim majority in parliament and the weak track record and capacity of the public administration to execute legislated reforms. 
The stable outlook on the Caa3 rating reflects our view that the combination of economic, financial and political risks are balanced. Upward pressures on the rating could build up in the event of (1) an increase in the pace of fiscal consolidation and structural reforms; (2) sustained economic growth and primary surpluses, which would support a continued decline in debt levels; and (3) more certainty and visibility in the implementation of reforms. Downgrade pressures on the rating could be exerted if the conditions required to implement the third bailout package fail to materialize, i.e., should the economic recovery be materially slower than expected, should the coalition government prove ineffective at reaching agreement on how to meet creditors’ demands, or should wider political or social tensions emerge that undermine popular or legislative support for the third programme.

- Creditors look to help Greece on debt from 2018 upon reform completion. Are you concerned that debt restructuring might be pushed further down?
The 2016 budget approved by parliament envisages a primary balance surplus of 0.53% of GDP, which is in line with programme targets. The programme targets primary surpluses of 0.5% of GDP in 2016 and 1.75% of GDP in 2017, which in our view are feasible given our growth forecasts. From 2018 onwards for 10 years, the primary balance target is 3.5% of GDP. However, in our view, there is a low likelihood that the government will be able to maintain this level of primary surplus in a sustained manner. This is because we expect medium-term growth to remain below the average of 2.7% assumed in the programme and the political and social tensions associated with ongoing fiscal austerity will continue to contribute to challenges implementing the reform agenda. We expect a detailed discussion about debt relief to begin after Greece exits the current programme. However, the form that debt relief will take, and how far reaching it will ultimately be, remains unclear.

- When can Greece return to markets? What are the criteria for this to become a realistic plan?
As a rating agency, our focus is on the assessment of credit risk for Greece’s sovereign and Greek issuers.

- What is your point of view on the Greek NPL and NPE issue? Should the Greek banks sell NPL?
The high level of problem loans pose a significant destabilizing risk for the banking system and a huge challenge for Greek banks to tackle them in order to improve their overall credit profile. It is in fact one of the main drivers constraining the ratings of Greek banks and the sovereign rating. It is of paramount importance for the banks to reduce the level of NPEs in order to unlock capital and increase their capacity for new lending to the real economy, which in turn will also help kick start economic growth in Greece following years of recession.
We believe that the targets set by the banks and the Bank of Greece to reduce the stock of NPEs by 30%-40% by the end of 2019, is a step to the right direction that will induce banks to dedicate resources and focus on this task. The resolution of NPLs will be achieved with a combination of actions including: 1) Restructuring of NPEs to viable borrowers that will be able to repay with the gradual recovery of the credit cycle; 2) Write-offs involving non-viable borrowers with weak collateral in place, for which banks already took significant provisions and there is no-to-minimal possibility for recovery; 3) Transfer of NPLs to external asset management companies such as KKR; and 4) Sale of NPEs to interested buyers, although we have yet to see any such transactions so far.
A combination of these resolution scenarios is the most likely way forward for Greek banks, which will be highly challenged to reduce the stock of NPEs from €116 billion in March 2016 to around €70 billion by the end of 2019. This will very much depend on political developments in Greece and how economic growth evolves going forward.

- Do you think we should expect a new recapitalization scheme for the Greek banks?
The ECB’s stress-test exercise announced last October, which included an adverse scenario covering up to the end of 2017 and was used to determine capital levels, mitigates direct concerns about capital levels. However, we have some concerns regarding the quality of Greek banks’ capital, given that the high CET1 ratios reported in March 2016 include significant proportion of deferred tax assets (DTAs) eligible for deferred tax credits (DTCs), but also CoCos and preference shares that will have to be repaid back at some point. Excluding these lower quality capital elements that in some cases constitute more than 70% of a bank’s capital base, Greek banks’ CET1 ratios are not as high as the reported ones that averaged at around 16.9% in March 2016.
The main reason behind our concerns regarding DTCs is the weak credit standing of the government (Caa3 stable) which reduces its ability to meet such sizeable claims in a timely manner. For the time being we believe that the regulator will continue to recognize Greek banks’ DTCs as CET1 capital, although there is no certainty that this will continue to be the case in the future and once the banks’ ability to improve the quality of their capital base improves. In addition, it is encouraging that Greek banks are likely to report marginal profits in 2016, which will reverse the capital consumption cycle that they have been going though in the last few years. Positive profitability will gradually enhance their core CET1 capital and lower their dependence on lower quality capital.

- Can Italy's banking crisis shake the eurozone to its core? And do you think it might cause a domino that will affect the Greek banks?
The issues that the Italian banking system are facing are broadly domestic in nature. There are an estimated €360 billion of problem loans weighing on the Italian banking system. So far the Italian government has taken several measures to address Italian banks’ problem loans, aimed at allowing banks to offload bad debts and improve recoveries. Measures have included a rescue fund (Atlante), which now has less than EUR2 billion of remaining resources, and a bad bank framework, whereby banks can sell their problem loans into a special purpose vehicle funded by securitisation. Notwithstanding the merits of these measures, they have not been enough so far to reduce significantly the large stock of problem loans. Aside from MPS, the results for Italian banks in the recent EBA EU bank stress test were actually broadly in line with the EU average, thanks to resilient net interest income offsetting higher credit costs.

Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankingnews.gr