Aντιμέτωπες με ένα βασανιστικό ερώτημα 600 δισ.δολαρίων βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι αγορές. Είναι μόνο έξι τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα αυτή τη στιγμή ή πρόκειται για ένα προειδοποιητικό σήμα μίας γενικότερης αναταραχής που έρχεται να σαρώσει τον χρηματοπιστωτικό κλάδο;
Οι επενδυτές στον χώρο των τραπεζών έσπευσαν να ρευστοποιήσουν πρώτα τις μετοχές τους αφήνοντας τις απαντήσεις για αργότερα. Περίπου 600 δισ.δολάρια εξανεμίστηκαν από την κεφαλαιοποίηση 70 κορυφαίων τραπεζών σε Ευρώπη και ΗΠΑ από τις 6 Μαρτίου, το διάστημα που είδαμε τη Silicon Valley Bank (SVB) να καταρρέει, την Credit Suisse να λαμβάνει πίστωση ύψους 54 δισ.δολαρίων από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας και την αμερικανική First Republic να δέχεται μία προσωρινή βοήθεια 30 δισ.δολαρίων από τη Wall Street.
To μακρόχρονο τραπεζικό ράλι διεκόπη με βίαιο τρόπο. Κορυφαία στελέχη τραπεζών και αναλυτές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για υπερβολική αντίδραση με δεδομένο ότι το «σύστημα είναι πολύ καλύτερα εξοπλισμένο σήμερα για να διαχειριστεί κρίσεις και οι κεντρικές τράπεζες έχουν παρέμβει με βοήθεια ύψους άνω των 200 δισ.δολαρίων.
«Η Credit Suisse είχε θέματα ιδιοσυγκρασίας και δεν πιστεύω ότι οι καταθέτες μπορούν να επηρεαστούν από αυτά που συμβαίνουν σε μία συγκεκριμένη τράπεζα και να το μεταφέρουν στον υπόλοιπο τραπεζικό τομέα. Στο σύνολό του το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα παραμένει ισχυρά κεφαλαιοποιημένο και διαθέτει μεγάλη ρευστότητα», ανέφερε ο πρόεδρος της NatWest Group, Χάουαρντ Ντέιβις.
Την άποψή του συμμερίζεται και ο επικεφαλής επενδύσεων της RBC BlueBay Asset Management, Μαρκ Ντάουντινγκ, ο οποίος είπε ότι παρότι οι κρίσεις των SVB και Credit Suisse μπορεί να επαναφέρουν μνήμες από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η σημερινή κατάσταση είναι διαφορετική.
«Τότε, οι τράπεζες ήταν πολύ λιγότερο ρυθμισμένες, είχαν αναλάβει υπερβολική μόχλευση και δεν ήταν επαρκώς κεφαλαιοποιημένες. Επιπλέον, υπέστησαν μεγάλες ζημίες από αμερικανικά ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια τα οποία λειτούργησαν ως καταλύτης που πυροδότησε την κατάρρευση. Το 2023, το τραπεζικό τοπίο είναι εντελώς διαφορετικό».
Πράγματι, οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες – παρότι οι μετοχές τους έχουν πληγεί πολύ σοβαρά – έχουν ευνοηθεί καθώς πολλοί πελάτες μεταφέρουν σε αυτές τις καταθέσεις τους. Και οι μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι έχουν τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη που κατέθεσαν ο καθένας 5 δισ.δολάρια στην First Republic για μία περίοδο 120 ημερών.
«Είμαι πολύ ανήσυχος μήπως και η κρίση τεθεί εκτός ελέγχου και προκαλέσει σημαντική οικονομική ζημιά. Τα ημίμετρα δεν βοηθούν όταν υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης», έγραψε ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Μπιλ Άκμαν στο Twitter.
Η επόμενη κίνηση της Fed
Τα τελευταία γεγονότα έχουν κάνει πολλούς να στοιχηματίζουν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν μία παύση ή και ακόμη θα αντιστρέψουν τις επιτοκιακές αυξήσεις. Ο Τζέισον Νάπιερ της UBS εκτιμά ότι δεν θα γίνουν άλλες επιτοκιακές αυξήσεις από την Φέντεραλ Ριζέρβ. Συνέχιση των επιτοκιακών αυξήσεων θα έπληττε τις τραπεζικές μετοχές, οι οποίες είθισται συνήθως να ευνοούνται σε ένα περιβάλλον πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής.
Η Fed είναι απίθανο να γίνει τόσο επιθετική όσο η ΕΚΤ. Ορισμένοι, όπως η Λουίζ Γκούντι Γουίλμερινγκ, εταίρος της Crewe Advisors, βλέπει μία μέση οδό, με την απόφαση της ΕΚΤ να ασκεί κάποιες πιέσεις στην Fed να προχωρήσει σε αύξηση. «Πιστεύω ότι θα βρεθεί σε ένα σταυροδρόμι και θα χρειαστεί να κάνει αύξηση 25 μονάδων βάσης. Όμως, είναι πολύ παράξενοι καιροί. Υπήρξε κάποια στιγμή που ο πρώην πρόεδρος της Fed, ο Άλαν Γκρίνσπαν, είχε πει ότι δεν επρόκειτο να κάνει καμία κίνηση, όμως μετά από δύο εβδομάδες επέστρεψε και έκανε την κίνηση».
Για τον Ράιν Σγουίφτ, στρατηγικό αναλυτή της BCA Research, δεν περιμένει επιτοκιακές μειώσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ θεωρεί ότι η πιθανότητα αύξησης την επόμενη εβδομάδα θα εξαρτηθεί από την αναστάτωση το διάστημα από τώρα έως και την επόμενη Τετάρτη.