10 Ιουν 2019

Πώς «διαβάζονται» ισολογισμοί και αποτελέσματα χρήσης

Πώς «διαβάζονται» ισολογισμοί και αποτελέσματα χρήσης: Τα ποιοτικά στοιχεία που μπορεί να βρει κανείς στους ισολογισμούς και στις καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσης των επιχειρήσεων. Ποια συμπεράσματα μπορούν να αντληθούν. Γράφει ο ορκωτός λογιστής Χ. Ραγκαβάς.

Ολοκληρώνοντας τη σειρά των άρθρων που ξεκινήσαμε τον Απρίλιο**, θα εξετάσουμε τα εξής θέματα:



- Ορισμένα ποιοτικά σημεία ενδιαφέροντος που θα βρούμε στην κατάσταση οικονομικής θέσης (στον «ισολογισμό») και στην κατάσταση συνολικού εισοδήματος («κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης»), οντοτήτων που προετοιμάζουν τις καταστάσεις τους βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς ή των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, που τα προσεγγίζουν πολύ.

- Ορισμένες εύκολες μεθόδους βάσει των οποίων μπορούμε να προχωρήσουμε σε σύντομες αναλύσεις αναφορικά με την απόδοση και τη θέση της οντότητας.

Στον ισολογισμό θα βρούμε από τη μία τα περιουσιακά στοιχεία της οντότητας, και από την άλλη, τις πηγές χρηματοδότησής τους, δηλαδή αν αυτά έχουν αποκτηθεί με χρήματα των μετόχων (μετοχικό κεφάλαιο) ή με χρήματα τρίτων μερών (υποχρεώσεις).

Τα περιουσιακά στοιχεία συνήθως παρουσιάζονται κατά σειρά ρευστότητας, ξεκινώντας από τα λιγότερο ρευστά, π.χ. κτίρια και εγκαταστάσεις, συνεχίζοντας με τα άυλα εφόσον αυτά υπάρχουν (π.χ. λογισμικό, υπεραξία από εξαγορά άλλης εταιρείας), προχωρώντας ενδεικτικά με τα αποθέματα, τις απαιτήσεις από πελάτες, και καταλήγοντας στα χρηματικά διαθέσιμα, τα πλέον ρευστά. Η σειρά αυτή δεν είναι δεσμευτική, είναι όμως πολύ συνηθισμένη και χρήσιμη.

Σημειώνεται πως, προκειμένου η οντότητα να εμφανίσει περιουσιακά στοιχεία στον ισολογισμό της, δεν είναι υποχρεωτικό να της ανήκουν, αλλά βεβαίως είναι υποχρεωτικό να τα ελέγχει, δηλαδή να αποκομίζει από τη χρήση τους τα προσδοκώμενα οφέλη, για όσο τα εμφανίζει. Η διαφορά ανάμεσα στον έλεγχο της χρήσης και την ιδιοκτησία ενός περιουσιακού στοιχείου ξεπερνά τα όρια αυτού του άρθρου, είναι πάντως από χρηματοοικονομική και νομική άποψη σημαντική και τα ενδιαφερόμενα μέρη ενθαρρύνονται να την αναζητήσουν.

Στην κατάσταση συνολικού εισοδήματος θα βρούμε π.χ. στοιχεία για τα έσοδα, τα κόστη πωληθέντων, τα λειτουργικά έξοδα, το χρηματοοικονομικό κόστος της χρήσης, και λοιπά παρόμοια στοιχεία.

Σε κάθε περίπτωση, σημειώνουμε πως η όποια ανάγνωση στοιχείων οφείλει να γίνεται συνδυαστικά, καθώς είναι απαραίτητη μια σφαιρική ανάλυση των δεδομένων, προκειμένου να αποφευχθούν λανθασμένα συμπεράσματα.

Ενδεικτικά, βασικά σημεία ενδιαφέροντος ενός ισολογισμού, μιας κατάστασης συνολικού εισοδήματος, και των αντίστοιχων γνωστοποιήσεων, είναι τα εξής:

- Η αναγνώριση σημαντικών άυλων περιουσιακών στοιχείων όπως πατέντες, μάρκες (brands), υπεραξία από εξαγορά άλλης οντότητας (goodwill), εμπορικών σημάτων (trademarks) επιδέχεται διττής ανάγνωσης.

Ορισμένα από αυτά τα στοιχεία πρέπει να πληρούν πολύ σοβαρές προϋποθέσεις προκειμένου να επιτραπεί η αναγνώρισή τους ως παγίων, έτσι εικάζεται πως θα προσθέσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην οντότητα, ίσως σαφώς σημαντικότερο από την απόκτηση π.χ. ενός ενσώματος παγίου όπως ένα κτίριο. Από την άλλη, ακριβώς επειδή είναι τρόπον τινά «μοναδικά», δεν είναι πάντοτε εύκολα (ή και καθόλου) εμπορεύσιμα, άρα η επένδυση σε αυτά είναι υψηλού ρίσκου. Μπορεί να απαξιωθούν πολύ συντομότερα από ένα ενσώματο πάγιο.

- Σημαντική μείωση τραπεζικών διαθεσίμων και αύξηση του ποσού των υπεραναλήψεων (overdraft) στον ισολογισμό είναι ένδειξη υψηλού ρίσκου. Όπως αναλύσαμε στο προηγούμενο άρθρο, η ύπαρξη χρηματικών διαθεσίμων και η δυνατότητα της οντότητας να τα δημιουργεί από πρωτογενείς δραστηριότητες, είναι πρώτιστη προτεραιότητα. Αντίστροφα, η σημαντική και συνεχιζόμενη εξάρτηση της οντότητας από υπεραναλήψεις, είναι ένδειξη αυξανόμενου ρίσκου. Πρόκειται για βραχυπρόθεσμο δανεισμό υψηλού επιτοκίου με ρήτρες «ξαφνικού θανάτου», π.χ. ανάκληση της δανειοδότησης με προθεσμία ολικής εξόφλησης εντός 60 ημερών, μη συμμόρφωση με την οποία συνεπάγεται ενδεχομένως ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της οντότητας και παύση εργασιών της. Βεβαίως, μια τέτοια λύση μπορεί να είναι και ιδανική για πραγματικά βραχυπρόθεσμες και αληθώς επιλύσιμες και προσωρινές ανάγκες χρηματοδότησης της οντότητας, συνεπώς η αύξηση του υπολοίπου υπεραναλήψεων, πρέπει να εξεταστεί στα γενικότερα πλαίσια ανάγνωσης των οικονομικών στοιχείων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τις γνωστοποιήσεις.

- H συνεχιζόμενη διανομή μερίσματος όλων ή μεγάλου μέρους των κερδών κάθε χρήσης μπορεί να ερμηνευθεί ως απροθυμία της ιδιοκτησίας να επανεπενδύσει τα κέρδη, γεγονός που είναι μάλλον βέβαιο πως θα οδηγήσει μεσο-μακροπρόθεσμα, σε απώλεια ανταγωνιστικότητας. Ερμηνεύεται δηλαδή αρνητικά, ως βραχυπρόθεσμη και κοντόφθαλμη προσέγγιση, η οποία θα πρέπει μάλλον να ανησυχεί τους αναγνώστες των καταστάσεων.

Βεβαίως η ύπαρξη υψηλών χρηματικών διαθεσίμων από παλαιότερες χρήσεις οφειλόμενη σε παλαιότερη συντηρητική μερισματική πολιτική, οφείλει να ληφθεί υπ’ όψιν προκειμένου να μην καταλήξουμε αδίκως σε αρνητικά συμπεράσματα. Η διανομή μερισμάτων θα φανεί σε διάφορα σημεία, των οικονομικών καταστάσεων. Όπως αναλύσαμε στο προηγούμενο άρθρο, θα εμφανισθεί στην κατάσταση ταμειακών ροών και στην κατάσταση μεταβολής ιδίων κεφαλαίων. Μπορεί όμως εύκολα να υπολογισθεί προσθέτοντας στο αρχικό υπόλοιπο κερδών εις νέον στον ισολογισμό τα κέρδη μετά φόρων της παρούσας χρήσης στην κατάσταση συνολικού εισοδήματος και συγκρίνοντας το άθροισμα με το τελικό υπόλοιπο κερδών εις νέον στον κλειόμενο ισολογισμό. Η όποια διαφορά, θα αντικατοπτρίζει, τα διανεμηθέντα μερίσματα.

- Οι γνωστοποιήσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των οικονομικών καταστάσεων, που συνοδεύουν. Πολύ συχνά, δίπλα σε ένα στοιχείο όπως ενσώματες ακινητοποιήσεις (π.χ. κτίρια) υπάρχει ένα νούμερο παραπομπής στις αντίστοιχες γνωστοποιήσεις. Εκεί μεταξύ άλλων θα βρούμε πληροφορίες για την λογιστική πολιτική επιμέτρησης των εν λόγω παγίων. Μία οντότητα που επιμετρά (υπολογίζει και εμφανίζει) τα στοιχεία αυτά σε ιστορικό κόστος (δηλαδή κόστος αγοράς μείον αποσβέσεις) είναι σφόδρα πιθανόν να έχει μεγάλη διαφορά στα υπόλοιπα των παγίων αυτών στον ισολογισμό της, σε σχέση με μία αντίστοιχη οντότητα που επιμετρά συγκρίσιμα πάγια σε παρούσα εύλογη αξία (δηλαδή παρούσα τιμή πώλησης).

- Στο ίδιο σημείο των γνωστοποιήσεων θα βρούμε πολύ χρήσιμες πληροφορίες αναφορικά με περιορισμούς χρήσης και ενεχυριασμούς (αν βεβαίως υπάρχουν) των παγίων της οντότητας.

- Αντίστοιχα χρήσιμες είναι και οι γνωστοποιήσεις των εσόδων (πωλήσεων). Εκεί θα βρούμε πληροφορίες διάσπασης (disaggregation) αναφορικά με τις κύριες πηγές εσόδων, π.χ. ενδεικτικά, έσοδα ανά γεωγραφική περιοχή, ανά τύπο προϊόντος κ.λπ. Υπερσυγκέντρωση σε έναν τύπο προϊόντος ή μία γεωγραφική περιοχή, τεκμαίρεται ως υπερεξάρτηση της οντότητας από αυτόν τον τύπο ή την περιοχή. Αυτό κρίνεται ως δυνητικά επικίνδυνο, καθώς μη βιώσιμη εξάρτηση από αυτά, θα έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στην μελλοντική βιωσιμότητα της οντότητας.

- Στην ίδια κατάσταση (συνολικού εισοδήματος), διαιρώντας τα λειτουργικά κέρδη με το χρηματοοικονομικό κόστος, βρίσκουμε εύκολα πόσες φορές καλύπτουν τα μεν το δε, αυτός είναι ένας πολύ απλός όσο και χρήσιμος δείκτης ρίσκου. Είναι προφανές πως μία οντότητα με λειτουργικά κέρδη 12 εκατομμύρια Ευρώ και χρηματοοικονομικό κόστος 3 εκατομμύρια ευρώ (κάλυψη χρηματοοικονομικού κόστους 12 : 3 = 4) είναι σαφώς ασφαλέστερη μιας οντότητας με αντίστοιχα ποσά 15 και 8 εκατομμυρίων Ευρώ (κάλυψη 15 : 8 = 1,9 περίπου).

- Πολύ συνηθισμένο σημείο σύγκρισης μεταξύ οντοτήτων καθώς και για ανάλυση τάσης (εξέλιξης σε διάρκεια ετών) μιας οντότητας, είναι τα αναπροσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη όπου έχουν προστεθεί οι αποσβέσεις ενσώματων και άυλων παγίων, το γνωστό Earnings Before Interest and Tax, Depreciation and Amortization. Θεωρείται ένα χρήσιμο στοιχείο, δεδομένου ότι απαλείφει την επίπτωση επιλογών της εταιρείας αναφορικά με την μέθοδο αποσβέσεων των παγίων της, οι οποίες επιδέχονται συχνά κριτική για την υποκειμενικότητά τους, επιπλέον δε, οι αποσβέσεις είναι μη ταμειακό στοιχείο. Προσθέτοντάς τες στο αποτέλεσμα προ φόρων, καταλήγουμε σε μια πιο «αντικειμενική» και πιο «ταμειακή» κερδοφορία.

Δηλαδή αν μία οντότητα παρουσιάζει λειτουργικά κέρδη 12 εκατομμύρια ευρώ και στις γνωστοποιήσεις ή ακόμα και στην ίδια την κατάσταση συνολικού εισοδήματος μας πληροφορεί πως οι αποσβέσεις της χρήσης ήταν 2,3 εκατομμύρια Ευρώ, το EBITDA της είναι προφανώς 14,3 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό το ποσό είναι ανεπηρέαστο από τη λογιστική πολιτική επιμέτρησης παγίων όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και την εκτίμηση για το ωφέλιμο ζωής των παγίων, καθώς και τα δύο αυτά στοιχεία επηρεάζουν το ύψος των αποσβέσεων της χρήσης. Επίσης τα 14,3 εκατομμύρια Ευρώ είναι εγγύτερα στα ταμειακά κέρδη απ’ ότι τα μη αναπροσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη, δεδομένου ότι οι αποσβέσεις είναι λογιστικό και όχι ταμειακό στοιχείο.

- Κλείνοντας, υπενθυμίζουμε τη σημαντικότητα της απομόνωσης από τα αποτελέσματα, των διακοπεισών δραστηριοτήτων. Πρόκειται για σημαντικές δραστηριότητες (π.χ. 2 από τις 7 γραμμές παραγωγής), οι οποίες ή έχουν ήδη διακοπεί/πωληθεί εντός της κλειόμενης χρήσης, ή η οντότητα σκοπεύει να τις πωλήσει εντός 12 μηνών από την κλειόμενη χρήση. Εμφανίζονται διακριτά στην κατάσταση συνολικού εισοδήματος, αλλά και στις αντίστοιχες γνωστοποιήσεις.

Παρουσιάσαμε μια σειρά από στοιχεία βάσει των οποίων μπορούν να εξαχθούν σύντομα κάποια χρήσιμα συμπεράσματα αναφορικά με την απόδοση και την θέση της οντότητας. Μια πλήρης ανάλυση θα στηρίζεται βεβαίως σε πολλά περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες.

Για οποιαδήποτε διευκρίνηση, μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον αρθρογράφο.

*Ο ορκωτός λογιστής Χρήστος Ραγκαβάς (FCCA, CGMA) είναι επιστημονικός συνεργάτης του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών, χρηματοοικονομικός σύμβουλος και ο IFRS technical expert της StudySmart.