Της Ελευθερίας Κούρταλη
Κρίσιμη χαρακτηρίζει η Moody’s την απόφαση της ΕΚΤ για την Ελλάδα και το κόστος δανεισμού της, δείχνοντας ουσιαστικά τον λόγο που ο οίκος επέλεξε να τηρήσει στάση αναμονής και να μην δημοσιεύσει νέα έκθεση αξιολόγησης για την Ελλάδα στις 19 Νοεμβρίου, όπως επισήμανε και το Capital.gr. Εκτός από την ΕΚΤ, όπως σημειώνει η Moody’s, η περαιτέρω πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα ενισχύσουν επενδύσεις και ανάπτυξη, η ταχεία μείωση του δείκτη χρέους και η ομαλοποίηση του τραπεζικού κλάδου, αποτελούν τους παράγοντες εκείνους που θα "σημάνουν" την αναβάθμιση από το τρέχον Ba3 με σταθερές προοπτικές. Ο οίκος εμφανίζεται πάντως αισιόδοξος για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας προβλέποντας ανάπτυξη 6,1% φέτος και 4,3% το 2022, με τον αντίκτυπο carry-over effects και την ενίσχυση τω επενδύσεων χάρη στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης να ενισχύουν την αναπτυξιακή δυναμική
Οι κίνδυνοι από την λήξη του PEPP
H Moody’s αναμένει ότι οι πληρωμές των κρατικών τόκων προς τα έσοδα θα συνεχίσουν να μειώνονται τα επόμενα χρόνια, αντανακλώντας το ιστορικά χαμηλό κόστος χρηματοδότησης και τη χρηματοδοτική στήριξη που εξακολουθεί να παρέχεται μέσω του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ. Το ενδεχόμενο τέλος του PEPP, το οποίο θα συμβεί το νωρίτερο μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2022, θα μπορούσε να προκαλέσει αστάθεια όπου η ζήτηση για ελληνικό χρέος στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα είναι χαμηλότερη από τη βέλτιστη για τις ανάγκες χρηματοδότησης του κράτους. Έτσι, η απόφαση της ΕΚΤ για τα ελληνικά ομόλογα το 2022 είναι κρίσιμη από αυτή την άποψη και ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού. Εξαιτίας αυτού, η κυβέρνηση πιθανότατα θα συσσωρεύσει εκδόσεις ομολόγων τους επόμενους τέσσερις μήνες όσο το πρόγραμμα είναι ακόμη ενεργό. Από τον Μάρτιο του 2020, όταν η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει ελληνικά ομόλογα για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης χρέους, έχει αγοράσει 32 δισ. ευρώ (περίπου 18% του ΑΕΠ) ελληνικούς κρατικούς τίτλους.
Η Moody’s στη συνέχεια αναφέρεται στις πολύ επιτυχημένες εξόδους της Ελλάδας στις αγορές φέτος, τονίζονται πως κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε τις ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς για να βελτιώσει την καμπύλη αποδόσεων του χρέους της φέτος. Πρόσφατα άντλησε 1 δισ. ευρώ στο 30ετές ομόλογο με επιτόκιο 1,67% και 1,5 δισ. ευρώ στο 5ετές με επιτόκιο σχεδόν μηδενικό και οι συνολικές προσφορές ανήλθαν σε 15,5 δισ. ευρώ. Από προηγούμενες εκδόσεις του τρέχοντος έτους η κυβέρνηση είχε ήδη συγκεντρώσει περίπου 11,5 δισ. ευρώ, καλύπτοντας πλήρως τους στόχους του προγράμματος χρηματοδότησης για το 2021. Ωστόσο, αυτός ο στόχος τέθηκε στο τέλος του 2020 όταν η κυβέρνηση υπολόγισε ότι το κόστος που σχετίζεται τα μέτρα οικονομικής στήριξης για την Covid θα είναι χαμηλότερα.
Η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην τρίτη πρόωρη αποπληρωμή του δανείου του ΔΝΤ στις αρχές του 2022. Το σχέδιο είναι να αποπληρώσει 1,8 δισ. ευρώ από το συνολικό δάνειο του ΔΝΤ στις αρχές του 2022 που αναμένεται να εξοικονομήσει έτσι 43 εκατ. ευρώ σε τόκους. Η συνολική εξοικονόμηση πόρων που θα συγκεντρώσει η κυβέρνηση χάρη και στις τρεις πρόωρες αποπληρωμές υπολογίζεται σε 228 εκατ. ευρώ (0,1% του ΑΕΠ).
Η Moody’s αναφέρεται και στα σχέδια της Ελλάδας να εκδώσει το πρώτο πράσινο ομόλογο το δεύτερο εξάμηνο του 2022. Όπως τονίζει, υπουργείο Οικονομικών αναπτύσσει επίσης μια βιώσιμη οικονομική στρατηγική και εργάζεται για την ενσωμάτωση του ζητήματος του κλίματος στη διαμόρφωση της δημοσιονομικής πολιτικής στην Ελλάδα. Επιπλέον, η Τράπεζα της Ελλάδος δημοσίευσε ένα σχέδιο οκτώ σημείων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, όπου δεσμεύεται να καταστήσει τις ροές χρηματοδότησης συνεπείς με μια πορεία προς χαμηλές εκπομπές ρύπων και ανάπτυξη ανθεκτική στο κλίμα.
Εντυπωσιακές επιδόσεις
Ο οίκος αναφέρει πως η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε έντονα το δεύτερο τρίμηνο του 2021. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 16,2% σε ετήσια βάση, καθώς οι καταναλωτικές δαπάνες και οι επενδύσεις αυξήθηκαν και ο τουριστικός τομέας παρουσίασε ισχυρές επιδόσεις. Συνολικά, η τουριστική βιομηχανία της Ελλάδας έφτασε στα μισά επίπεδα του 2019 το πρώτο οκτάμηνο του 2021, βάζοντας τον κλάδο σε τροχιά υπέρβασης του στόχου της κυβέρνησης για φέτος , δηλαδή να φτάσει το 40-50% των εσόδων του τουριστικού τομέα του 2019.
Πάντως, όπως επισημαίνει η Moody’s, η πανδημία παραμένει πηγή αβεβαιότητας, δεδομένης της έκθεσης της οικονομίας στον τουρισμό. Τα κρούσματα σημειώνουν νέα ημερήσια υψηλά σχεδόν καθημερινά τον Νοέμβριο, ωθώντας την κυβέρνηση να αυστηροποιήσει τους περιορισμούς στο μη εμβολιασμένο τμήμα του πληθυσμού.
Οι πόροι της ΕΕ θα στηρίξουν την ανάκαμψη
Η Moody’s προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 6,1% το 2021 και 4,3% το 2022, καθώς η αύξηση των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ θα τονώσουν την ανάπτυξη το 2022. Ως μερίδιο του ΑΕΠ, η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης χρηματοδότησης από το NGEU. Θα λάβει συνολικά 30,5 δισ. ευρώ (περίπου 17% του εκτιμώμενου ΑΕΠ μας για το 2021), σχεδόν το 60% των οποίων (17,8 δισ. ευρώ) θα είναι με τη μορφή επιχορηγήσεων και το 40% (12,7 δισ. ευρώ) με τη μορφή δανείων. Η Ελλάδα έλαβε 4 δισ. ευρώ ως προχρηματοδότηση στις αρχές Αυγούστου και η κυβέρνηση αναμένει να λάβει την πρώτη δόση των 3,5 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης στις αρχές του 2022, αφού έχει επιτύχει τα σχετικά ορόσημα.
Moody’s: Κρίσιμη η απόφαση της ΕΚΤ για την Ελλάδα, ο κίνδυνος από το τέλος του PEPP - Εντυπωσιακές οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση
Αν και αποφάσισε να μην προχωρήσει σε αλλαγή του rating ή των αξιολογήσεών της για την Ελλάδα την περασμένη Παρασκευή, η Moody’s τονίζει πως η αξιολόγησή της θα αναβαθμιστεί εάν η περαιτέρω πρόοδος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποφέρει απτά αποτελέσματα με τη μορφή ισχυρότερων επενδύσεων και περαιτέρω άνοδο και σταθεροποίηση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης. Μια ταχύτερη μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους από ό,τι προβλέπεται σήμερα θα ήταν επίσης θετική για την αξιολόγηση, όπως και η επίλυση των συνεχιζόμενων ζητημάτων ποιότητας του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα.
Αξίζει να σημειωθούμε πω ο οίκος εκτίμα πως ο δείκτης χρέους προ ΑΕΠ της Ελλάδας θα βρεθεί ήδη από φέτος κάτω από το 200%, και στο 198,3% (από 206,3% το 202), ενώ το 2022 θα μειωθεί περαιτέρω στο 191,4%.
Από την άλλη πλευρά, όπως αναφέρει, η αξιολόγηση της Ελλάδας θα δεχόταν πτωτική πίεση εάν αντιστραφεί η πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις, θέτοντας σε κίνδυνο τη συμφωνία με τους πιστωτές της ευρωζώνης. Μια παρατεταμένη αναζωπύρωση των μολύνσεων από τον κορωνοϊό θα μπορούσε επίσης να ασκήσει πτωτική πίεση στην αξιολόγηση, εάν οδηγούσε σε παρατεταμένη περίοδο συρρίκνωσης του ΑΕΠ και περαιτέρω σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους.
Η έκρηξη του πληθωρισμού
Ο οίκος κάνει εκτενή αναφορά στην έκθεσή του για την εκτόξευση του πληθωρισμού. Όπως επισημαίνει, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε 2,8% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο, από 1,9% τον Σεπτέμβριο, ο υψηλότερος πληθωρισμός από τον Νοέμβριο του 2011, αλλά εξακολουθεί να είναι χαμηλότερος από εκείνον της ζώνης του ευρώ, όπου ο πληθωρισμός ανήλθε στο 4,1% τον Οκτώβριο από 3,4% τον Σεπτέμβριο. Ο κύριος μοχλός της ανόδου των τιμών στην Ελλάδα ήταν το κόστος στέγασης συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών κοινής ωφελείας που αυξήθηκαν κατά 12% τον Οκτώβριο.
Οι υψηλές τιμές ενέργειας πιθανότατα θα ασκήσουν περαιτέρω ανοδική πίεση στον πληθωρισμό: οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος έχουν διπλασιαστεί για ορισμένες επιχειρήσεις το 2021 και σχεδόν το 50% των επιχειρήσεων αναμένει ότι η τιμή παραγωγής τους θα αυξηθεί κατά 10% λόγω του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους.
Οι αρχές αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα ξεπεράσει το 4% και έχουν ενισχύσει τη στήριξη προς τα νοικοκυριά και τις εταιρείες. Η κυβέρνηση τροποποιεί επίσης τα τέλη χρήσης του δικτύου για τους καταναλωτές φυσικού αερίου, ενώ λαμβάνει νέα μέτρα για τη στήριξη των επιχειρήσεων.
Όπως προειδοποιεί ο οίκος, ο αυξημένος πληθωρισμός έχει τη δυνατότητα να διαβρώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με την πάροδο του χρόνου, εάν η αύξηση των μισθών δεν συνεχιστεί. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί δύο φορές το 2022: κατά 2% από την 1η Ιανουαρίου και για άλλη μια φορά κάποια στιγμή στα μέσα του έτους.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα θα παραμείνει υψηλό φέτος πριν μειωθεί το 2022
Ο προϋπολογισμός σημείωσε πρωτογενές έλλειμμα 7,2 δισ. ευρώ (4% της εκτίμησης της Moody’s για το ΑΕΠ του 2021) κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2021, σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τον στόχο των 7,3 δισ. ευρώ. Ο οίκος αναμένει ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης για το 2021 θα είναι 9,7% του ΑΕΠ, μόλις οριακά μειωμένο από 10,1% το 2020. Η αύξηση των εσόδων υποβοηθήθηκε από τη σταθερή οικονομική ανάκαμψη, ωστόσο, και οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 11,5% καθώς η δημοσιονομική πολιτική παραμένει επεκτατική.
Η Moody’s αναμένει ότι το έλλειμμα θα μειωθεί σημαντικά το 2022, στο 3,9% του ΑΕΠ, καθώς η οικονομική ανάκαμψη συνεχίζεται και τα μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία θα αποσυρθούν. Η ισχυρότερη ανάπτυξη θα είναι το κλειδί για τη βελτίωση της δημοσιονομικής δυναμικής της Ελλάδας και τη μείωση του χρέους, το οποίο αναμένεται φέτος να μειωθεί κάτω από το 200% και να συνεχίσει την πτωτική του τροχιά και το 2022. Ωστόσο, η ασθενέστερη ανάπτυξη και άλλα και η εκτεταμένη δημοσιονομική στήριξη λόγω των εξελίξεων της πανδημίας εγκυμονεί καθοδικούς κινδύνους για τις προβλέψεις του οίκου σχετικά με το δημοσιονομικό ισοζύγιο και το χρέος της γενικής κυβέρνησης, όπως αναφέρει.
Τέλος, η Moody’s αναφέρεται στον προϋπολογισμό του 2022 που κατατέθηκε πριν λίγες μέρες στη Βουλή, τονίζοντας πως στοχεύει στη μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης στο 4% του ΑΕΠ από 9,6% το 2021 (σύμφωνα με την αναθεωρημένη αξιολόγηση), υποθέτοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ 4,5%. Τα έσοδα προβλέπεται να αυξηθούν σχεδόν κατά 9% από το 2021, κυρίως λόγω των υψηλότερων φορολογικών εσόδων, καθώς η ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ αυξάνει το φορολογητέο εισόδημα.
Οι δαπάνες προβλέπεται να μειωθούν κατά περισσότερο από 7%, ενώ η κυβέρνηση σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει 3,3 δισ. ευρώ (λίγο λιγότερο από το 2% του ΑΕΠ) για διακριτικά δημοσιονομικά μέτρα το 2022, τα περισσότερα από τα οποία αποτελούν συνέχεια των μέτρων που εισήχθησαν ήδη το 2021, για παράδειγμα την επέκταση του μειωμένου συντελεστή φόρου προστιθέμενης αξίας 13% αντί 24% για ορισμένα είδη, καθώς και το πάγωμα των ειδικών εισφορών αλληλεγγύης για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Επιπλέον, η κυβέρνηση εισάγει μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων: 1.200 ευρώ θα παρέχονται μηνιαίως για τους πρώτους 6 μήνες πλήρους απασχόλησης για κάθε άτομο ηλικίας μεταξύ 18 και 29 ετών χωρίς προηγούμενη εργασιακή εμπειρία. Το μισό από αυτό το ποσό θα το λάβει ο εργαζόμενος επιπλέον του μισθού του και το άλλο μισό ο εργοδότης ως επιδότηση μισθολογικού κόστους.