Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
«Αναπτύσσονται και μπορούν να πληρώνουν; Ας πληρώσουν. Εάν όμως όχι, ας μη δυσκολέψουμε ακόμη περισσότερο τη ζωή τους και ας επιμηκύνουμε τις δόσεις αποπληρωμής».
Σε αυτή την κρυστάλλινη λογική αλλά και στην παράμετρο της «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» που αυτή εμπεριέχει, συνοψίζεται η λύση που φέρεται να προτείνει το Μέγαρο των Ηλυσίων για την άρση του αδιεξόδου στο ζήτημα του ελληνικού χρέους.
Για την ακρίβεια, όπως δημοσίευσε χθες η γερμανική Handelsblatt, επικαλούμενη πηγές της, το Παρίσι πρότεινε οι ελαφρύνσεις του ελληνικού χρέους να συνδεθούν με την ανάπτυξη της οικονομίας.
«Αν η Αθήνα τα πηγαίνει καλά οικονομικά, το χρέος θα αποπληρώνεται κανονικά. Αν όχι, τότε θα επιμηκύνονται οι προθεσμίες αποπληρωμής», σημειώνει η γερμανική εφημερίδα, για να προσθέσει, ωστόσο, ότι «η γερμανική κυβέρνηση όμως βλέπει με σκεπτικισμό και αυτή την πρόταση».
Δεν πρόκειται για μια καινούργια πρόταση καθώς είναι ανάλογη με την περίφημη «ρήτρα ανάπτυξης», η οποία είχε συζητηθεί και κατά το παρελθόν σε σχέση με το ελληνικό πρόγραμμα.
Αποτελεί, όμως, μια ιδιαίτερα λογική πρόταση, η οποία αν και εμπεριέχει τον κίνδυνο του «αέναου χρέους», θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να αποτελέσει τη βάση ενός «έντιμου συμβιβασμού» στην ελληνική υπόθεση και να εξασφαλίσει -πιθανότατα- ακόμη και τη συμμετοχή του ΔΝΤ σε αυτό, ικανοποιώντας έτσι τον διακαή πόθο του Βερολίνου.
Υπό το πρίσμα αυτό και στον βαθμό που ευσταθούν οι πηγές της εφημερίδας, η Αθήνα οφείλει να αδράξει την ευκαιρία και να σχηματίσει μια κατά το δυνατόν συμπαγέστερη συμμαχία, τόσο στην εγχώρια πολιτική σκηνή όσο και με τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, που «βλέπουν» τη λογική της γαλλικής πρότασης, σε μια ύστατη προσπάθεια απεμπλοκής του ζητήματος.
Καλώς ή κακώς, υπό το φως των δεδομένων που έθεσε το Eurogroup πέρυσι τον Μάιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, το χρονοδιάγραμμα υιοθέτησης περαιτέρω μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους αρχίζει μετά το τέλος του προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018.
Εάν σήμερα γίνεται συζήτηση σχετικά με τη λήψη μέτρων νωρίτερα αυτού του χρονικού ορόσημου, τούτο οφείλεται αμιγώς στις αιτιάσεις του ΔΝΤ ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και στην άρνησή του να «επιβιβαστεί» εκ νέου στο ελληνικό πρόγραμμα, όπως επιθυμεί το Βερολίνο.
Έτσι, λοιπόν, μολονότι η πρόταση που αποδίδεται στον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν θα απαιτούσε αναθεώρηση των σχετικών αποφάσεων του Eurogroup, παρέχει ένα πεδίο συμβιβασμού το οποίο θα μπορούσε να εναρμονιστεί τόσο με μια στοιχειώδη οικονομική λογική σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, όσο και με τις πολιτικές επιδιώξεις της γερμανικής κυβέρνησης, ενόψει των εθνικών εκλογών που αντιμετωπίζει τον Σεπτέμβριο, εφέτος.
Αρκεί να υπάρξει η απαραίτητη κρίσιμη μάζα υποστήριξης ενός ικανού αριθμού εκ μέρους των Ευρωπαίων εταίρων μας.
Χρήσιμη, αν όχι απαραίτητη, για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι, βεβαίως, και η ύπαρξη ομοψυχίας προς την κατεύθυνση αυτή, στην εγχώρια πολιτική μας σκηνή. Πρόκειται για μια πρόταση δίχως «ιδεολογικές» μπαριέρες, πέριξ της οποίας θα μπορούσε να συστρατευθεί το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, ασκώντας τις κατάλληλες πιέσεις.
Η πρόταση είναι διαυγής.
Κατά πόσον το πολιτικό προσωπικό, τόσο της χώρας μας όσο και της Γερμανίας, θα επιδείξει την απαραίτητη ωριμότητα για την υιοθέτησή της είναι, βεβαίως, μια εντελώς διαφορετική υπόθεση.
Νίκος Γ. Δρόσος