Του Hank Tucker
Ο "Σοφός της Όμαχα" είναι γνωστό ότι διαχωρίζει την επενδυτική στρατηγική του από την προσωπική του στάση απέναντι στα πράγματα. Η εταιρεία Impactive Capital, των Lauren Taylor Wolfe και Christian Alejandro Asmar, "δανείζεται" τη φιλοσοφία του Buffett, αλλά της "προσθέτει" μια μεγάλη δόση βιωσιμότητας και ισονομίας.
Η Lauren Taylor Wolfe λέει ότι η μεγαλύτερη απογοήτευσή της μέχρι στιγμής από το νεοσύστατο hedge fund της είναι ότι μία από τις επενδύσεις γνώρισε επιτυχία τόσο γρήγορα. Η Taylor Wolfe και ο Christian Alejandro Asmar, οι ιδρυτές της Impactive Capital, αναμένουν ότι κάθε επένδυση που κάνουν θα είναι η αρχή μιας μακροχρόνιας, πρακτικής συνεργασίας που περιλαμβάνει μια μακροπρόθεσμη πρωτοβουλία κριτηρίων ESG [Περιβαλλοντικά (Environmental), Κοινωνικά (Social) και Εταιρικής Διακυβέρνησης (Governance)] που θα συμβάλλει στα έσοδα της εταιρείας. Σε ένα περιβάλλον όπου απλώς η αγορά ενός αμοιβαίου κεφαλαίου συνδεδεμένου με τον δείκτη S&P 500 αποφέρει εντυπωσιακές αποδόσεις, το δίδυμο αποτελεί σπάνια εξαίρεση: επενδύουν σε χαμηλού κόστους μετοχές αλλά με μεγάλη δυνητική αξία, ενώ το χαρτοφυλάκιό τους υπεραποδίδει περιλαμβάνοντας μόνο οκτώ με δώδεκα κάθε φορά μη δημοφιλείς εταιρείες.
"Αυτές οι επενδύσεις, είναι σαν τα παιδιά σου", είπε ο Asmar όταν του ζητήθηκε να διαλέξει την πιο αγαπημένη. "Τις αγαπάς όλες".
Τον Μάρτιο, οι δύο ακτιβιστές είδαν μια ευκαιρία στην Advanced Drainage Systems (ADS) με έδρα το Οχάιο, αφότου η μετοχή της μειώθηκε στο μισό μέσα σε ένα μήνα. Η Advanced Drainage είναι μια εταιρεία με έσοδα 1,7 δισ. δολαρίων που δραστηριοποιείται στην επεξεργασία νερού και κατασκευάζει υπόγειους χώρους και σωλήνες αποστράγγισης, κάτω από δρόμους, σπίτια, χώρους στάθμευσης και γήπεδα γκολφ. Η ελάχιστα γνωστή εταιρεία δεν ξεχωρίζει ως "ασφαλής επιλογή" για τους "περιβαλλοντολόγους" επενδυτές.
Ωστόσο, η Taylor Wolfe πιστεύει ότι το ανθρακικό αποτύπωμα των ανακυκλωμένων πλαστικών σωλήνων σε σύγκριση με τους σωλήνες από σκυρόδεμα και πως η προώθηση του νέου σωλήνα πολυαιθυλενίου "Mega Green" της εταιρείας, που κατασκευάζεται από ανακυκλωμένο πλαστικό κατά 60%, είναι μια ευκαιρία να διεκδικήσει μερίδιο αγοράς από ανταγωνιστές όπως JM Eagle και Diamond Plastics. Αυτό ήταν το επιχείρημα που έδωσε η Impactive στη διοίκησή της όταν αγόρασε ένα εκατομμύριο μετοχές της ADS. Αλλά καθώς η εταιρεία ετοίμαζε την έκθεση αειφορίας και τον ιστότοπό της που θα εστίαζε στο ESG - για να προωθήσει τη δράση της στον τομέα της ανακύκλωσης και το φιλανθρωπικό της έργο μεταξύ άλλων - ο κορονοϊός ''πυροδότησε'' τον κατασκευαστικό κλάδο προκαλώντας την αύξηση της ζήτησης για τα προϊόντα της. Σε λίγους μήνες, η αξία των μετοχών της ADS υπερδιπλασιάστηκε.
"Αναγκαστήκαμε να πουλήσουμε", σημειώνει με λύπη η Taylor Wolfe, αναφερόμενη στην αυστηρή εσωτερική πολιτική της εταιρείας. "Αυτές οι αποδόσεις δεν υπήρχαν εκεί."
Οι επενδυτές που αναζητούν αξία δεν μπορούν να προσκολλώνται πολύ στα "παιδιά" τους για χάρη της σωστής τιμή. Αυτό είναι το αναλυτικό πλαίσιο που έχουν δανειστεί από τον Warren Buffett, το πρώτο όνομα που οι Taylor Wolfe και Asmar επικαλούνται ως πηγή έμπνευσης για τις επενδύσεις τους.
Η Impactive "ποντάρει" σε όλες τις επενδύσεις της για μια περίοδο τριών έως πέντε ετών και αυτήν την πολυτέλεια χρόνου χάρη στην επένδυση ύψους 250 εκατ. δολαρίων με εξαετή δέσμευση από το Σύστημα Συνταξιοδότησης των Πολιτειακών Καθηγητών της Καλιφόρνια (Calstrs), η οποία αποτέλεσε το εφαλτήριο για την εταιρεία το 2019. Οι πρώτες αποδόσεις ήταν σημαντικές - η αξία της επένδυσης της Calstrs ανέρχεται σήμερα στα 320 εκατομμύρια δολάρια, καταγράφοντας αύξηση 28% σε διάστημα 20 μηνών, και αντιπροσωπεύει πλέον περίπου το ήμισυ των ύψους 630 εκατ. δολαρίων υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων της Impactive. Κατά την ίδια περίοδο, ο δείκτης μικρής κεφαλαιοποίησης Russell 2000 σημείωσε άνοδο μόνο 10%.
Οι Taylor Wolfe και Asmar χρησιμοποιούν την αυξανόμενη δεξαμενή κεφαλαίων τους για να προσπαθήσουν να ανανεώσουν την "ατζέντα" των ακτιβιστών αντικαθιστώντας την αντιπαράθεση με τη συνεργασία και βάζοντας την αειφορία στην πρώτη γραμμή. Καθώς η συμμόρφωση με τα κριτήρια ESG μετατρέπεται γρήγορα σε ''πρέπει'' για τους θεσμικούς επενδυτές, οι επικεφαλής των οικονομικών υπηρεσιών πρέπει να το λάβουν υπόψη. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλα "επιθετικά" ακτιβιστικά hedge funds, η Impactive αποφεύγει τις δημόσιες διαμάχες και απειλές, προτιμώντας μια περιστασιακή θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο μιας εταιρείας και την ευγενική παρασκηνιακή πειθώ. Το μήνυμά τους είναι ότι τα κριτήρια ESG θα βελτιώσουν την κερδοφορία και δεσμεύονται να μην εγκαταλείψουν το "καράβι" αν στην επόμενη οικονομική έκθεση τα κέρδη δεν είναι στα αναμενόμενα επίπεδα.
"Οι παράγοντες ESG σχετίζονται με την προσέλκυση και διατήρηση των πιο ζόρικων πελατών, μετόχων και υπαλλήλων, τα τρία πιο σημαντικά συστατικά και οι εταιρείες που το κάνουν καλύτερα από τους ανταγωνιστές τους θα δημιουργήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα", υποστηρίζει η Taylor Wolfe. "Θα έχουν καλύτερη απόδοση από άποψη κερδοφορίας."
Η Taylor Wolfe ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον ακτιβισμό όταν εργάστηκε σε ένα οικογενειακό γραφείο την εποχή που συνέχιζε τις σπουδές MBA στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια. Εκεί, το 2003, η επένδυση του γραφείου στην εταιρεία λιανικής TurboChef δεκαπλασιάστηκε αφότου η ομάδα της ανάγκασε την εταιρεία να αλλάξει τρόπο διαχείρισης και τελικά να πωληθεί στην Middleby Corp. Το 2007, το ''μικρόβιο του ακτιβιστή'' την οδήγησε στο hedge fund του Clifton Robbins, τη Blue Harbour Group. Ο Asmar, ο οποίος πέρασε την παιδική του ηλικία στο Πουέρτο Ρίκο και αποφοίτησε από το Πρίνστον με πτυχίο στην έρευνα επιχειρήσεων και στη χρηματοοικονομική μηχανική, "έφτασε" στην Blue Harbour, μετά από μια εξαετή θητεία στη Morgan Stanley, μερικά χρόνια μετά την Taylor Wolfe.
Οι δύο τους συνεργάστηκαν ως γενικοί διευθυντής στην Blue Harbour, από την οποία "κληρονόμησε" μεγάλο μέρος του DNA της η Impactive, όπως η εστίαση σε υποτιμημένες επιχειρήσεις και η απέχθειά της προς τις συγκρούσεις. Ωστόσο, οι Taylor Wolfe και Asmar έχοντας ακούσει διάφορες ιστορίες από διευθύνοντες συμβούλους εταιρειών σχετικά με τις πιέσεις που δέχονταν από τους μετόχους για το ESG, και αφού μίλησαν με απογοητευμένους πρώην υπαλλήλους που ήθελαν οι χώροι εργασίας τους να αντανακλούν καλύτερα τις αξίες τους, αμφότεροι άρχισαν να αισθάνονται ότι οι μοχλοί του ESG στον ακτιβισμό δεν αξιοποιούνταν.
Είχαν αρκετό χρόνο να συζητήσουν για αυτό. Ο Asmar δεν οδηγεί. Τόσο ο ίδιος όσο και η Taylor Wolfe ζούσαν και οι δύο στη Νέα Υόρκη, οπότε συχνά τον γυρνούσε εκείνη σπίτι από τα κεντρικά γραφεία της Blue Harbour. Οι δυο τους έγιναν γρήγορα φίλοι, συγκρίνοντας σημειώσεις σχετικά με την κοινή επενδυτική φιλοσοφία τους και τις επιχειρηματικές φιλοδοξίες τους. Και οι δύο ήθελαν να αποδείξουν ότι πετυχημένα hedge funds θα μπορούσαν να διευθύνονται και από άλλα άτομα εκτός των λευκών.
"Νομίζω ότι και οι δύο θα φεύγαμε για να ξεκινήσουμε κάτι δικό μας ούτως ή άλλως", λέει ο Asmar. "Τότε ήταν που αναρωτηθήκαμε εάν θα έπρεπε να το κάνουμε μαζί;".
Μετά από οκτώ χρόνια συνεργασίας στη Blue Harbour, αποχώρησαν και οι δύο το 2018 για να ξεκινήσουν τη νέα τους επιχείρηση, η οποία ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 2019. Οι Taylor Wolfe και Asmar είναι ισότιμοι συνεργάτες στην Impactive. Η Taylor Wolfe, 42 ετών, είναι εξωστρεφής, και χαίρεται να συνεργάζεται με στελέχη και επενδυτές για να προωθήσει την εταιρεία, ενώ ο 38χρονος Asmar νιώθει πιο άνετα να δουλεύει στο παρασκήνιο, ασχολούμενος με την οικονομική διάσταση του εγχειρήματος.
"Μου αρέσει να λέω πως όσον αφορά τις επενδύσεις, έχω τον ρόλο του Charlie Munger και αυτός του Buffett", λέει η Taylor Wolfe, "αλλά όσον αφορά το το μάρκετινγκ, είμαι ο Buffett και είναι ο Munger".
Οι δύο τους έχουν χαράξει μια τετραπλού επιπέδου επενδυτική στρατηγική. Η πρώτη τους προσέγγιση είναι ποιοτική, λαμβάνοντας υπόψη μόνο υπάρχουσες επιχειρήσεις υψηλής ποιότητας με έξυπνες ομάδες διαχείρισης και τιμολογιακή ισχύ στους κλάδους τους. Στη συνέχεια αναλύουν εάν διαπραγματεύονται σε χαμηλότερη από την πραγματική αξία τους χρησιμοποιώντας κριτήρια όπως οι ελεύθερες ταμειακές ροές, η απόδοση επενδυμένου κεφαλαίου και η απόδοση ιδίων κεφαλαίων. Το τρίτο κριτήριό τους είναι το πόσο πρόσφορη είναι μια επιχείρηση για μακροχρόνιες επενδύσεις και αν τα "εμπόδια" που θέτει σε ενδεχόμενη είσοδο επενδυτή αυξάνονται ή περιορίζονται. Το τελευταίο κριτήριο είναι αν ο ακτιβισμός μπορεί να επιταχύνει τις αποδόσεις τους.
Κάνουν όλη την έρευνα εκ των προτέρων, προτού καλωσορίσουν μια εταιρεία στο αποκλειστικό τους χαρτοφυλάκιο και ο Asmar λέει ότι υπάρχουν περίπου δώδεκα εταιρείες στο χαρτοφυλάκιο τους κάθε φορά, όσο αναζητούν μια νέα αγοραστική ευκαιρία ή ψάχνουν να αναπληρώσουν ένα ''κενό'' μετά την πώληση μιας συμμετοχής.
Μία από τις πρώτες εταιρείες στις οποίες επένδυσαν ήταν η Asbury Automotive, στη Τζόρτζια, μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων με έσοδα 7,2 δισ. δολαρίων και παρουσία σε εννέα πολιτείες των ΗΠΑ. Δεδομένου των χαμηλών περιθωρίων κέρδους στις νέες πωλήσεις αυτοκινήτων, το τμήμα ανταλλακτικών και υπηρεσιών της εταιρείας αντιπροσωπεύει τα δύο τρίτα των EBITDA της, αλλά όταν η Impactive άρχισε να εξετάζει το επιχειρηματικό της μοντέλο, το ποσοστό αξιοποίησής του ήταν μόνο στο 50%. Είχε τη δυνατότητα να διπλασιάσει τον αριθμό των επισκευών που προσέφερε, αλλά δεν μπορούσε να προσλάβει αρκετούς μηχανικούς για να το κάνει.
Για να αντιμετωπίσει την έλλειψη εργατικού προσωπικού, η Taylor Wolfe εντόπισε μια μεγάλη ομάδα δυνητικών υπαλλήλων που δεν υπολόγιζαν οι περισσότερες αντιπροσωπείες: Τις γυναίκες. Μόνο το 2% των μηχανικών αυτοκινήτων είναι γυναίκες, παρ' όλο που ξοδεύουν περισσότερα από 200 δισ. δολάρια το χρόνο στη βιομηχανία ως πελάτες. Η Impactive πίεσε την εταιρεία να προσφέρει αμειβόμενη άδεια μητρότητας για μηχανικούς, να υιοθετήσει τις τέσσερις ημέρες εργασίας την εβδομάδα και να προσφέρει ευελιξία στις βάρδιες, αλλαγές που όλες θα βοηθούσαν στην πρόσληψη γυναικών. Δεν ήταν δύσκολη η πώληση της ιδέας στο Δ.Σ. της εταιρείας, καθώς η Impactive έδειξε ότι εάν το ποσοστό αξιοποίησης αυξανόταν κατά μόλις 5 ποσοστιαίες μονάδες, στο 55%, αυτό θα ενίσχυε την επιχειρηματική αξία της εταιρείας κατά 15%.
Η πρόοδος της Asbury στην προσέλκυση γυναικών μηχανικών ήταν σταδιακή, οπότε η επένδυση της Impactive δεν απέδωσε άμεσα καρπούς. Οι μετοχές διολίσθησαν κατά 60% από τις αρχές του 2020 έως τις 18 Μαρτίου που βρέθηκαν στο ναδίρ τους. Το χαρτοφυλάκιο της Impactive ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένο στο sell-off που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού - η μετοχή της Wyndham (εταιρεία διαχείρισης ξενοδοχείων), η οποία εφαρμόζει ένα πρόγραμμα ανταμοιβών υπό την καθοδήγηση της Impactive που προσφέρει πόντους στους πελάτες όταν επιλέγουν να μην αλλάζουν τα κλινοσκεπάσματα καθημερινά, μειώθηκε κατά 68% μέσα σε λίγους μήνες, καθώς η ταξιδιωτική βιομηχανία κατέρρευσε.
Η Impactive ανταποκρίθηκε "επιθετικά" αγοράζοντας περισσότερες μετοχές κάθε εταιρείας που είχε στο χαρτοφυλάκιό της. Μέχρι στιγμής αυτή η στρατηγική έχει αποδώσει και η Asbury αντιστάθμισε τις απώλειες της πανδημίας φτάνοντας σε ιστορικό υψηλό τον Οκτώβριο.
"Ορισμένοι άλλοι μεγάλοι επενδυτές απέκτησαν σημαντικές θέσεις σε κάποιες εταιρείες και μικρότερες σε κάποιες άλλες", λέει η Taylor Wolfe. "Οι μικρές θέσεις δείχνουν έλλειψη πίστης."
Την ώρα που προσπαθούν να φέρουν νέα εποχή στον κλάδο των μηχανικών αυτοκινήτων για να κερδίσουν τόσο οι ίδιοι όσο και οι επενδυτές τους, οι Taylor Wolfe και Asmar έχουν αναλάβει και μια άλλη αποστολή, σε προσωπικό επίπεδο: να "ταράξουν τα νερά" στη Wall Street. Πέντε από τους εννέα υπαλλήλους της Impactive είναι γυναίκες ή έγχρωμοι, ενώ η εταιρεία προσπαθεί να εφαρμόσει αυτό που η Taylor Wolfe αποκαλεί πελατειακό ακτιβισμό, ζητώντας από τους ανεξάρτητους ερευνητές, λογιστές, επενδυτικές τράπεζες και δικηγόρους να τους υποστηρίξουν με μια πολυπολιτισμική ομάδα. Η Taylor Wolfe ζητά μάλιστα και από άλλους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων να απαιτήσουν το ίδιο.
"Το ταλέντο σε αυτόν τον κόσμο, κατά την άποψή μας, είναι σχετικά ομοιόμορφα κατανεμημένο και ο αριθμός hedge funds που διοικούνται από ή απασχολούν γυναίκες ή μειονότητες δεν είναι", λέει ο Asmar. "Γνωρίζουμε απόλυτα πως εάν εμείς πετύχουμε, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει θετικό παράδειγμα για τον επόμενο διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων που θα αναζητά τη νέα γενιά στελεχών".